Ακούμε συχνά ως ένα ισχυρό επιχείρημα στις
διαπραγματεύσεις με τους εταίρους μας, το θέμα της εθνικής και λαϊκής
κυριαρχίας. Ότι ο ελληνικός λαός αποφάσισε πρόσφατα, άρα εάν οι εταίροι μας και
δανειστές της χώρας, δεν δέχονται όσα τους λέει η νεοεκλεγμένη Κυβέρνηση, είναι
ουσιαστικά ως να αρνούνται και να αμφισβητούν την εθνική και λαϊκή κυριαρχία
της Ελλάδας. Άρα δεν μπορούν οι ευρωπαίοι να αγνοούν τη λαϊκή θέληση και να
ζητούν πράγματα τα οποία ο λαός τα καταψήφισε στις εκλογές του Ιανουαρίου του
2015. Αυτά ισχυρίζονται όλο και περισσότερο τις τελευταίες μέρες, όλο και πιο
έντονα, τα στελέχη της Κυβέρνησης. Η επιχειρηματολογία αυτή, αν και φαίνεται
κατ’ αρχήν λογική, δεν στέκει και κυρίως δεν πείθει. Ας πάρουμε τα πράγματα με
τη σειρά :
Πρώτον υπάρχει η Ελλάδα, η χώρα μας, όμως υπάρχει
εντός μιας Ένωσης Κρατών. Μιας Ένωσης με κανόνες, με αποφάσεις και με
δεσμεύσεις που κανένας δεν μπορεί να τους αγνοήσει. Ούτε να εξαιρεθεί. Αυτό
είναι και το νόημα μιας Ένωσης. Όταν είσαι μέλος μιας Ένωσης δεν μπορείς να
έχεις όλα τα καλά και τα πλεονεκτήματα που απορρέουν από την συμμετοχή σου στην
Ένωση αυτή και να αρνείσαι τα “κακά”, δηλαδή τις υποχρεώσεις. Άρα δεν μπορείς
να επικαλείσαι εθνική και λαϊκή κυριαρχία σε μια Ένωση που ο βασικός όρος της
συγκρότησής της, ήταν η μείωση της εθνικής κυριαρχίας του κάθε μέλους στο όνομα
της ένωσης. Δηλαδή στα ιδρυτικά κείμενα της Ένωσης περιέχονται όροι τους
οποίους έχουμε υπογράψει και αποδεχθεί ασφαλώς, όπου περιγράφονται εκείνες οι
λειτουργίες του εθνικού Κράτους, που έχουν μεταβιβασθεί στην Ένωση. Άρα κατ’
αρχήν, το να επικαλείσαι κάθε τόσο την λαϊκή και εθνική κυριαρχία, το λιγότερο
που κάνεις είναι να δείχνεις στους άλλους, ότι αγνοείς το κοινοτικό κεκτημένο,
τον πυρήνα δηλαδή του δικαίου της Ένωσης.
Ο λαός στις πρόσφατες εκλογές καταψήφισε τη
λιτότητα, ψήφισε να μην μειωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις στο δημόσιο, να
μειωθούν οι φόροι και να καταργηθεί ο ΕΝΦΙΑ και άλλα ωραία και δημοφιλή, που
δεν ξέρω αν υπάρχει κάποιος στη γη, που δεν θα τα ήθελε όλα αυτά. Το θέμα όμως
δεν είναι τι ψηφίζεις, αλλά τι μπορεί πραγματικά να κάνεις. Και αν μπορεί ένα
Κράτος, έχει δηλαδή τις οικονομικές δυνατότητες, ασφαλώς όχι να μειώσει, αλλά
να αυξήσει τους μισθούς και τις συντάξεις και να μειώσει τους φόρους. Πότε όμως
; Όταν μπορεί, όταν έχει τις οικονομικές δυνατότητες. Όχι όταν δανείζεται και
έχει ανάγκη τα δανεικά για να μπορεί να πληρώνει μισθούς και συντάξεις. Όχι
όταν έχει ελλείμματα κάθε χρόνο. Όχι όταν χρωστά πάνω από 320 δις. ευρώ. Για να
συνεννοούμαστε λοιπόν. Εφόσον χρωστάμε δεν μπορούμε να λέμε έτσι αβασάνιστα, ο
λαός αποφάσισε και να συνεχίζουμε να ζητάμε δανεικά. Δεν μπορεί δηλαδή, να
ζητάς δανεικά για να μπορέσεις να ανταποκριθείς στις υποχρεώσεις σου και από
την άλλη να μην θέλεις να περιορίσεις τις δαπάνες σου ως Κράτος. Είναι όπως
δανείζεις έναν φίλο σου, ο οποίος σου ζητάει συνέχεια δανεικά, αλλά δεν χαλάει
τη ζαχαρένια του και δεν περιορίζει τις δαπάνες του. Δεν αγανακτείς κάποια
στιγμή ; Κάπως έτσι μας βλέπουν και οι εταίροι μας. Δανειζόμαστε συνεχώς,
ζητάμε τα κλεφτά τους, αλλά δεν θέλουμε να έχουν άποψη για το τι θα τα κάνουμε.
Κατά δεύτερον, στον ίδιο βαθμό που εμείς έχουμε
λαϊκή και εθνική κυριαρχία, έχουν και οι εταίροι μας. Και αυτοί λοιπόν μπορούν
να επικαλεστούν την εθνική και λαϊκή τους κυριαρχία και να αρνηθούν πολλά από
αυτά που ζητάμε και τα οποία τους αφορούν. Γιατί και αυτοί τα λεφτά που μας
δίνουν τα παίρνουν από τους φορολογούμενους πολίτες τους, είτε τα δανείζονται
και μάλιστα κάποιοι απ’ αυτούς, με μεγαλύτερο επιτόκιο από αυτό που μας
δανείζουν. Ας υποθέσουμε λοιπόν, ότι ο λαός αποφασίζει με κάποιον τρόπο
(εκλογές ή δημοψήφισμα), να μην πληρώσει ένα τμήμα των δανείων μας στους
δανειστές μας. Αυτό, με βάση τη λογική της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, οι
δανειστές μας είναι υποχρεωμένοι να το δεχθούν, αφού αυτή είναι η απόφαση μας
και μάλιστα με απόλυτη πλειοψηφία. Καταλαβαίνετε ότι μια τέτοια λογική, όπου
κάθε Έθνος, κάθε λαός, μπορεί να αποφασίζει ότι θέλει, στο όνομα της εθνικής
και λαϊκής κυριαρχίας, θα οδηγήσει σε μια γενική διάλυση τη συγκρότηση του
κόσμου και των σύγχρονων κοινωνιών.
Και υπάρχει και το θέμα της χαμένης εμπιστοσύνης
και αξιοπιστίας. Και η χώρα μας σε πολλές περιπτώσεις, όχι μόνο με την
τελευταία Κυβέρνηση, αλλά η μεγάλη εμπειρία αθέτησης των συμφωνιών από την πλευρά
μας, είναι από τις προηγούμενες Κυβερνήσεις. Έχουμε δώσει πολλά δείγματα
γραφής, αγνόησης των κοινών κανόνων και συμφωνιών. Πολλές φορές έχουμε βάλλει
την υπογραφή μας ως χώρα σε κείμενα και συμφωνίες και στην πράξη δεν κάναμε
τίποτα.
Να θυμίσουμε τις συμφωνίες για τις μεταρρυθμίσεις,
που είχαν υπογράψει οι προηγούμενες Κυβερνήσεις, στην πράξη όμως δεν έκαναν
τίποτα. Είτε μπορεί να ψήφιζαν κάποιο νόμο για μια μεταρρύθμιση και στην
συνέχεια με μια τροποποίηση, την έπαιρναν πίσω. Ή δεν την εφάρμοζαν, γιατί δεν
εξέδιδαν την εγκύκλιο υλοποίησής της. Ποιο να πρωτοθυμίσουμε ; Την αυτονόμηση
της Γενικής Γραμματείας Εσόδων, που όλο την αυτονομούσαν και όλο και
περισσότερο την ήθελαν εξάρτημα του υπουργείου οικονομικών; Και όταν ένας
Γενικός Γραμματέας, έδειξε ότι θέλει να εφαρμόσει το νόμο, τον υποχρέωσαν να
παραιτηθεί. Τις καταργήσεις των κρατήσεων υπέρ τρίτων, που ευνοούν συγκεκριμένα
ειδικά συμφέροντα και φορτώνουν στους πολλούς τα βάρη; Τα επαγγέλματα που το
βράδυ τα απελευθέρωναν και το πρωί τα “έκλειναν” όλο και περισσότερο. Και όλα
αυτά γιατί όλες οι Κυβερνήσεις μέχρι σήμερα είναι δεσμευμένες και εγκλωβισμένες
από ειδικές ομάδες συμφερόντων, οι οποίες και τις υποστήριξαν στην εκλογή τους.
Είτε αυτές αφορούν ευγενή ασφαλιστικά ταμεία, τα οποία όλο και συνενώνονται και
όλο και παραμένουν αυτόνομα. Και ασφαλώς εμποδίζουν κάθε αλλαγή και
μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού μας συστήματος. Είτε αφορούν ισχυρές
επαγγελματικές ομάδες με μεγάλη επιρροή στα κόμματα εξουσίας. Έχει λοιπόν χαθεί
η εμπιστοσύνη των εταίρων και δανειστών μας, απέναντι σε όλες τις Κυβερνήσεις
μας. Και αυτό είναι μεγάλο πλήγμα για την αξιοπιστία μας. Άρα η μεγάλη υπέρβαση
που πρέπει να κάνει η νέα Κυβέρνηση, είναι το εξής απλό. Να σταματήσει την
τακτική των προηγούμενων, άλλα να λέει και άλλα να κάνει. Εάν αυτό δεν το
καταλάβει και η νέα Κυβέρνηση, δεν θα μπορέσει να κατανοήσει τον τρόπο που
διαπραγματεύονται οι ευρωπαίοι.
Με βάση τα παραπάνω, εάν τα δεχθούμε ως μια βάση
της κοινής λογικής, η Κυβέρνηση δεν έχει άλλη επιλογή. Να προχωρήσει άμεσα σε
μια έντιμη συμφωνία με τους δανειστές μας, στη βάση των κοινών συμφερόντων μας
ως ευρωπαίοι εταίροι. Οι πολίτες θα καταλάβουν. Και ας χρησιμοποιήθηκαν
παραπλανητικές τακτικές που δημιούργησαν ψεύτικες προσδοκίες. Και όλες οι
ευρωπαϊκές δυνάμεις ανεξάρτητα σε ποιο κόμμα ανήκουν, θα στηρίξουν μια τέτοια
συμφωνία, Επιβάλλεται να στηρίξουν μια τέτοια συμφωνία.
30-4-2015
Κώστας Χαϊνάς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου